Ποικιλίες: ΑΠΛΕΣ, ΔΕΔΡΩΔΕΙΣ, ΜΑΥΡΕΣ, ΑΣΠΡΕΣ.
Η μουριά είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό το οποίο κατά το σύστημα Κρόνκουιστ ανήκει στην τάξη των Κνιδωδών (Urticales) και στην οικογένεια των Μορεοειδών (Moraceae) με 10 είδη φυλλοβόλων δέντρων αλλά και θάμνων.
Η λευκή μουριά (Μορέα η λευκή - Morus alba) ή κοινή, εχει λευκούς και μερικές φορές κόκκινους καρπούς. Καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις στην Κίνα κυρίως για τα φύλλα της που δίνονται τροφή στους μεταξοσκώληκες και για την καλή ποιότητας ξυλεία που παράγει. Αξιοσημείωτο είναι ότι σπάνια βρίσκεις αυλή εκεί, χωρίς μια μουριά. Φτάνει στο ύψος τα 15 μέτρα, τα κλαδιά της απλώνονται και ο φλοιός της είναι χρώματος γκρίζου. Εγκλιματίστηκε στην Ευρώπη, όπου έφτασε το 12ο αιώνα μ.Χ., και υπάρχει σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Είναι καλλωπιστικό δέντρο και δίνει πολύ πλούσια σκιά.
Η μαύρη μουριά (Μορέα η μέλαινα - Morus nigra) έχει ύψος που φτάνει τα 10 μέτρα και η καταγωγή της είναι από το Ιράν. Είναι το πιο κοινό είδος μουριάς και εξαπλώθηκε παγκοσμίως πολύ γρήγορα. Από το 15ο αιώνα μ.Χ. την καλλιεργούσαν στην Ιταλία και τα φύλλα της δίνονταν τροφή στους μεταξοσκώληκες. Όμως επειδή τα φύλλα της λευκής μουριάς θεωρούνται σαν καλλίτερη τροφή, γρήγορα αντικαταστάθηκε από αυτή. Σήμερα καλλιεργείται κυρίως για τον καρπό της που είναι ο πιο νόστιμος από όλα τα είδη. Η ξυλεία της είναι καλής ποιότητας και εύκολα επεξεργάσιμη. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή αγροτικών εργαλείων, πασσάλων, στην επιπλοποιία και στην κατασκευή βαρελιών.